Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010

Η ελληνική τραγωδία της Ευρώπης
Tου Γιαννη Παλαιοκρασσα*
Δανείζομαι τον τίτλο από κάποιο περισπούδαστο άρθρο, Αμερικανού νομίζω, που είδε το φως αυτές τις ημέρες. Η έννοια είναι προφανής και εν πολλοίς αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Η Ελλάδα προκάλεσε με την ανεύθυνη δημοσιονομική της διαχείριση μια σημαντική κρίση στην Ευρωζώνη. Μήπως όμως υπάρχει και η άλλη εξίσου υπαρκτή εκδοχή ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση παρουσιάζει όλα τα στοιχεία μιας αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, ή μάλλον, παρωδίας Ενωσης;
Ιστορικά είναι τεκμηριωμένο ότι οι ιδεολόγοι εμπνευστές και ιδρυτές της Ενωμένης Ευρώπης ξεκίνησαν με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, στοχεύοντας τελικά στην πολιτική ένωση με την μορφή των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, με βάση τον γαλλο-γερμανικό άξονα. Βαθμιαία όμως ο στόχος αυτός νοθεύτηκε γιατί τα κράτη-μέλη, ή μάλλον οι πολιτικοί τους, δεν θέλησαν να απαλλοτριώσουν την ισχύ τους σε κάποιο υπερεθνικό μόρφωμα. Αυτό συμβαίνει ειδικά στην εξωτερική πολιτική, όπου το κάθε κράτος εξακολουθεί να παίζει με τα δικά του χαρτιά, σε πολλά ταμπλό, μεταξύ των οποίων και της Αμερικής. Μέσα σ’ αυτό το παιχνίδι, στο οποίο διακρίνονται η Γερμανία και η Βρετανία, τοποθετούνται και οι διαδοχικές διευρύνσεις, που μας έφεραν στην Ενωμένη εν παραλύσει Ευρώπη των «27».
Ο τελευταίος Ευρωπαίος ηγέτης Ζακ Ντελόρ, βλέποντας με τη διορατικότητά του αυτόν τον κίνδυνο κατάφερε με τη δική του εμμονή την υιοθέτηση του ενιαίου ευρώ, προσδοκώντας ότι η Νομισματική Ενωση θα εξισορροπήσει κάπως την απουσία της άλλης Ενωσης. Δυστυχώς, και εδώ το χαρτί του εθνικισμού κατάφερε εν μέρει να εξουδετερώσει τη μεγάλη αυτή επιτυχία.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, προκειμένου να εγκριθεί, έβαλε πολύ νερό στο αδύναμο κρασί του Ρήνου. Με πολλές ρήτρες διαφυγής και μια Νομισματική Ενωση χωρίς δόντια, χωρίς τη συμμετοχή της Βρετανίας και μερικών άλλων κρατών-μελών, οδήγησε σε μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων και σήμερα μετά από δύο ακόμη διευρύνσεις στην Ευρώπη α λα καρτ των «27». Στη καλύτερη περίπτωση μιλούμε για μια λέσχη πολύμορφων συσχετισμών και παρεών χωρίς ενιαία εξωτερική ή αμυντική πολιτική, χωρίς ενιαία ιδεολογία ή κατεύθυνση, με μια μόνο ενιαία αγορά, αλλά με ποικιλία εθνικών οικονομικών πολιτικών.
Η πολυδιαφημισμένη πολιτική της Λισσαβώνας, ούτε σοβαρή πολιτική ήταν ούτε και ποτέ εφαρμόστηκε. Και μια μιλάμε για Λισσαβώνα δεν πρέπει να ξεχνούμε και τον διαμελισμό με άγριους νατοϊκούς βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας, άλλο ένα «κατόρθωμα» της Ε. Ε. με έντονη γερμανική σφραγίδα. Η διάδοχος της Λισσαβώνας «Πολιτική 2020» που τώρα μόλις λανσάρει ο Μπαρόζο, είναι ακόμα πιο άχρωμη, άοσμη και άγευστη, με διαφανή την πρόθεση να μην οδηγήσει πουθενά.
Το τεστ της νομισματικής «ένωσης», που βλέπομε να εξελίσσεται δραματικά αυτές τις μέρες εξ αφορμής του τραγικού ελλείμματος της δικής μας πολιτικής, κατά τα τελευταία χρόνια, καταδεικνύει το ακόμα μεγαλύτερο έλλειμμα ευρωπαϊκής πολιτικής. Κρίσιμες αποφάσεις παίρνονται όχι με γνώμονα την ασφάλεια του ευρώ, ή έστω το μέλλον του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά με κριτήριο την κοινή γνώμη των ισχυρών ευρωπαϊκών χωρών, η οποία τις περισσότερες φορές διαμορφώνεται από «σοβαρά» έντυπα τύπου Focus. Ευτυχώς που αυτή την κρίση την διαχειρίζεται με σοβαρότητα, αξιοπρέπεια και ευρωπαϊκό πνεύμα ο σημερινός πρωθυπουργός μας.
Το σοβαρότερο ερώτημα που τίθεται, όμως, δεν είναι αν η Ελλάδα θα ξεπεράσει την κρίση. Προσωπικά εάν είχα τα χρήματα -που δεν έχω- θα στοιχημάτιζα με cds ότι θα την ξεπεράσομε, φτάνει να καταλάβουν και μερικές ντόπιες συντεχνίες το μέγεθος της κρίσης. Θα στοιχημάτιζα λιγότερο, αλλά πάλι θετικά, ότι θα μετατρέψουμε τον σεισμό σε «σωσμό» προχωρώντας στο ξήλωμα του κατεστημένου (γιατί άραγε δεν το λέμε μαφία;), που κρατάει τη χώρα όμηρο της οικονομικής, κοινωνικής και πνευματικής υπανάπτυξης εδώ και δεκαετίες. Δεν θα στοιχημάτιζα όμως καθόλου στο μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Και αυτό γιατί δεν βλέπω ούτε την κ. Μέρκελ, ούτε τον κ. Μπράουν, ούτε -σε λιγότερο βέβαια βαθμό- τον κ. Σαρκοζί να αντιλαμβάνονται, πόσο καίριο για το μέλλον, όχι μόνο της Ευρώπης, αλλά του κόσμου, είναι να αποκτήσει η Ευρωπαϊκή Ενωση ενιαία πολιτική, σε όλους τους τομείς, από τον οικονομικό και τον κοινωνικό μέχρι τον περιβαλλοντικό και να πραγματοποιήσει, κατά το ιστορικό πρότυπο της βιομηχανικής, την πράσινη επανάσταση. Χωρίς τον μετασχηματισμό του σημερινού απαξιωμένου μοντέλου ανάπτυξης σε ένα νέο πρότυπο αειφορίας, με όχημα την πράσινη οικονομία, η ανθρωπότητα και μαζί της και η φύση δεν θα επιβιώσουν πέρα από έναν αιώνα στον πλανήτη Γη.
Η κρίση που πυροδοτήθηκε από την έκρηξη της εικονικής, άπληστης, οικονομίας της «φούσκας» των golden boys, που επισκίασε σε μέγεθος την πραγματική οικονομία δέκα φορές, δεν πρόκειται να περάσει γρήγορα. Η δομική κρίση που προσπαθήσαμε να αντιμετωπίσουμε με τη «διάσωση» των τραπεζών που την προκάλεσαν, χωρίς να ανατάξομε ή να απαγορεύσομε τα τοξικά προϊόντα τους, δεν περνάει καθόλου. Μεταλλάσσεται σε δημοσιονομική κρίση πρώτου μεγέθους, που η αντιμετώπισή της με τα τρέχοντα πακέτα μέτρων και τις αντίστοιχες αντιδράσεις των θεοποιημένων αγορών θα βυθίσει την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση, Κύριος οίδε πόσης διάρκειας και με απρόβλεπτες μέχρι στιγμής κοινωνικές αντιδράσεις.
Και αν ακόμη γλιτώσουμε -όπως ελπίζω- από αυτήν, με όποιο κόστος, έρχεται η άλλη τριπλή περιβαλλοντική -οικονομική- κοινωνική κρίση της κλιματικής αλλαγής, ασυγκρίτως μεγαλύτερου κόστους και διάρκειας. Και αυτή δεν αντιμετωπίζεται παρά με την πράσινη επανάσταση που προαναφέραμε. Η πράσινη οικονομία είναι η μόνη που μπορεί να μας βάλει στον σωστό δρόμο της τουλάχιστο ισότιμης μεταχείρισης, ανθρώπου, φύσης και κεφαλαίου, να εντάξει το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος στην αγορά με συστήματα πράσινης φορολογίας, μειώνοντας την υπερφορολόγηση της εργασίας, αλλάζοντας τα πρότυπα κατανάλωσης και μετασχηματίζοντας την σπάταλη κοινωνία της αφθονίας σε κοινωνία του μέτρου και της αλληλεγγύης.
Αυτή είναι η πρόκληση για τους Ευρωπαίους ηγέτες. Μπορούν να απαλλαγούν από την αβάσταχτη μυωπία του εθνικού πολιτικού κόστους, από τις ολέθριες θεωρήσεις τύπου lebensraum και να δουν λίγες δεκαετίες μπροστά; Να ξαναβρούν το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης του Ρομπέρ Σουμάν, του Ντε Γκωλ και του Αντενάουερ; Μπορούν η κ. Μέρκελ, ο κ. Σαρκοζί, ο κ. Μπράουν να αρθούν επιτέλους στο ύψος των περιστάσεων και να προασπίσουν τα ευρωπαϊκά ιδεώδη, μαζί και το ευρώ; Αν θέλουν παράδειγμα του τι θαύματα φέρνει η σωστή ηγεσία ας δουν το άλμα από την υπό διάλυση Ρωσία του Γιέλτσιν, στην ισχυρή Ρωσία του Πούτιν και του Μεντβέντεφ. Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας.
* Ο κ. Γιάννης Παλαιοκρασσάς είναι πρώην υπουργός Οικονομικών και επίτροπος Ε. Ε.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: