[ ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΨΗ ] Ρήξη με το παρελθόν
Του Αλέξη Καλοκαιρινού
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 29 Μαρτίου 2010
Ζητήσαμε ένα σωσίβιο, μας έδωσαν δύο μπρατσάκια. Το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι το ίδιο αν τα μπρατσάκια έμοιαζαν με αυτά που βρίσκει κανείς συνήθως στο εμπόριο. Αλλά ανάμεσα στα μπρατσάκια του εμπορίου και σ΄ εκείνα που μας πρόσφερε η Ε.Ε. υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά: τα δύο μπρατσάκια που μας παρουσίασαν οι ευρωπαίοι εταίροι είναι εντελώς ανόμοια μεταξύ τους. Η ιδέα έχει ως εξής: Όταν αρχίσεις να πνίγεσαι, σε στέλνουμε μια βόλτα από το ΔΝΤ, όπου παραλαμβάνεις το πρώτο σου μπρατσάκι, το μικρό και φτηνό, που φουσκώνει αμέσως. Επειδή με ένα μικρό μπρατσάκι θα μπατάρεις και μάλλον θα συνεχίσεις να πνίγεσαι, σου δίνουμε αργότερα ένα δεύτερο, πιο μεγάλο και ακριβό, προϊόν της ευρωπαϊκής οικοτεχνίας, που για να φουσκώσει χρειάζεται να φυσήξουν καμιά δεκαπενταριά στόματα.Πρόκειται για τον πιο απίθανο μηχανισμό διάσωσης. Είναι ειδικά σχεδιασμένος για να μη χρησιμοποιηθεί. Η στρεβλή αρχιτεκτονική του απεικονίζει πιστά τη στρεβλή αρχιτεκτονική της σημερινής Ευρώπης. Όλος αυτός ο συρφετός ηγετών προσπαθεί να ισορροπήσει στο χαμηλότερο σημείο ανισορροπίας. Το έλλειμμα πολιτικής διεύθυνσης και κατεύθυνσης της Ευρώπης έγινε εμφανέστερο από ποτέ. Ταυτόχρονα, όμως, ένας άλλος ευρωπαϊκός θεσμός, με μια απλούστατη απόφαση, έδωσε στην Ελλάδα το φιλί της ζωής.
Οι αγορές δεν πρόκειται να σκιαχτούν με το νεροπίστολο που μπήκε στο τραπέζι. Αλλά θα ακούσουν πιο προσεκτικά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να εξακολουθήσει να δέχεται ως ενέχυρο τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, κατ΄ ουσίαν ανεξάρτητα από την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους διεθνείς σχετικούς «οίκους». Θα είχε ενδιαφέρον να μαθαίναμε κάποτε το πολιτικό παρασκήνιο αυτής της απόφασης. Γιατί ό,τι μας παρουσιάζεται στο πολιτικό προσκήνιο είναι αρκετά απογοητευτικό.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, το εξαμβλωματικό γερμανικό σχέδιο υιοθετήθηκε χωρίς αντίρρηση από τις υπόλοιπες πλευρές, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής. Η γερμανίδα καγκελάριος είχε εγκαίρως εκμηδενίσει τα περιθώρια συζήτησης. Σε κάθε περίπτωση, οι εντάσεις μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας βαίνουν προς εκτόνωση. Αλλά την ίδια στιγμή έρχονται στο φως νέα στοιχεία για τον τρόπο με τον οποίο η γερμανική «οικονομική επέκταση» αγκυρώθηκε σ΄ αυτή την ιδιόρρυθμη γωνιά της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Στο γνωστό λαμπρό όνομα της Ζίμενς προστίθενται εκείνα της Ντάιμλερ και της Μαν- Φέροσταλ. Κοινός παρονομαστής στις υποθέσεις αυτές είναι ότι τα χρήματα που έδιναν για «καλλιέργεια του πολιτικού τοπίου» οι γερμανικοί κολοσσοί στη μόνη ευρωπαϊκή χώρα όπου αυτό είχε κριθεί απαραίτητο ήταν διπλάσια από τις αντίστοιχες μίζες στις υπόλοιπες (τριτοκοσμικές) χώρες, όπου εφαρμοζόταν η ίδια πρακτική. Είμαστε πράγματι μια πολύ ακριβή χώρα! Αλλά οι ανάγκες του δικού μας πολιτικού συστήματος φαίνεται ότι ήταν μεγαλύτερες...
Γι΄ αυτά δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα μάθουμε κάτι περισσότερο, πέραν της αξιοσημείωτης διαπίστωσης ότι το ύψος των μιζών αντιστοιχεί περίπου στο ύψος των επιτοκίων δανεισμού μας. Άλλωστε, με την τελεσίδικη απόφαση της γερμανικής Δικαιοσύνης, στη διένεξή της με τον κ. Χριστοφοράκο, οι κατηγορίες για δωροδοκία των δύο ελληνικών πολιτικών κομμάτων εξουσίας, που είχαν γίνει σε πρώτο βαθμό αποδεκτές, αποσύρονται μαζί με τις ενδεχόμενες συνέπειές τους για εκείνους που (ενδεχομένως) προέβησαν σε (ενεργητική) δωροδοκία. Μαζί, όσοι δωροδοκήθηκαν στη «χώρα υποδοχής» σώζονται από την καταισχύνη.
Ασφαλώς, η σημερινή ελληνική κυβέρνηση δεν οφείλει να φορτωθεί παλαιότερες αμαρτίες. Οφείλει, όμως, να ξαναχτίσει την εικόνα της χώρας, που δεν εξαρτάται μόνο από την αξιοπιστία των δημοσιονομικών μας στοιχείων. Πίσω από την ευρωπαϊκή βιτρίνα, πολύ περισσότερα είναι γνωστά σε όσους διαβουλεύονται για να εκδώσουν ακατάληπτα κοινά ανακοινωθέντα περί της «ευρωπαϊκής διατηρησιμότητας».
Όπως αποδείχτηκε, η οικονομική μας υστέρηση είναι σύμφυτη με τις στρεβλώσεις του πολιτικού μας συστήματος. Και όπως για την αναχρηματοδότηση του χρέους μας θα στηριχθούμε τελικά στις δικές μας δυνάμεις, έτσι και οι αποφάσεις για την ανάταξη της οικονομίας μας δεν θα ληφθούν παρά από εμάς. Άλλωστε, πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η μεταφορά της συζήτησης στη διεθνή σκηνή ενέχει έναν κίνδυνο παραπλάνησης. Η επιτυχία του μελλοντικού αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας περνάει από την εκ νέου οριοθέτηση των σχέσεων του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας. Για να το πούμε ωμά, οι πολιτικοί πρέπει να πάψουν να πουλάνε προστασία στην κοινωνία. Και η κοινωνία πρέπει να αντιληφθεί τις συνέπειες του εθισμού σ΄ αυτή τη νοσηρή σχέση. Θα χρειαστεί να επανεφεύρουμε τους εαυτούς μας. Μένει να δούμε αν η κυβέρνηση θα τολμήσει αυτό το βήμα. Αντικειμενικά, ποτέ δεν συγκεντρώθηκαν περισσότερες προϋποθέσεις προς αυτή την κατεύθυνση.
ΤΑ ΝΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου