Οι Γερμανοί δεν λένε ότι η δική μας άσωτη υπερ-κατανάλωση, δημόσια και ιδιωτική, ήταν η δική τους εξαγωγική ευφορία
Γνώμη Ελλάδα - Γερμανία: Χ
Του ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 27 Φεβρουαρίου 2010
Μου αρέσουν κι εμένα οι πατριωτικές εξάρσεις, θύμωσα κι εγώ με το δάχτυλο της Αφροδίτης και θα ήμουν έτοιμος να φωνάξω κι εγώ «όλε» για τον Πετσάλνικο και τον Πάγκαλο, όπως το φώναξαν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού στη Ρώμη για τον Σισέ και τον Νίνη. Αλλά διάβασα, στο μεταξύ, ένα μικρό προχθεσινό σημείωμα στη διάσημη στήλη Lex των συνήθως πικρόχολων «Financial Τimes», που τόσο φαρμάκι μας έχουν ποτίσει. Και διαπίστωσα με έκπληξη ότι ήταν μάλλον «πατριωτικότερο» και πολύ πειστικότερο και από του προέδρου της Βουλής τα επίσημα διαβήματα και από του αντιπροέδρου τις πικρές αναμνήσεις από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι αλήθεια- σημειώνει ο πολύς Lex - ότι οι Έλληνες, όπως και οι Ιταλοί, οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι, οι σπάταλοι του «κλαμπ μεντιτερανέ», πρέπει να σφίξουν το ζωνάρι, να κόψουν έξοδα και να γίνουν ανταγωνιστικότεροι. Αλλά το να υποστηρίζει κανείς, όπως κάνει το Βερολίνο, ότι η λιτότητα είναι η μόνη διέξοδος για τις χώρες αυτές «είναι και μη ρεαλιστικό και μη αληθινό».
Το επιχείρημα είναι απλό. Οι τέσσερις μεσογειακοί είχαν πέρυσι, όλοι μαζί, ελλείμματα 102 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 19 δισ. δικά μας, γαλανόλευκα). Περίπου το μισό από το έλλειμμα αυτό οφείλεται σε εμπορικές ανταλλαγές εντός ευρωζώνης. Την ίδια στιγμή η Γερμανία παρουσιάζει πλεόνασμα, 80 δισ. ευρώ πέρυσι, περίπου το μισό από το οποίο οφείλεται σε εμπορικές ανταλλαγές με τους εταίρους της στην ευρωζώνη.
Είναι μια σχέση που διαρκεί, με τους ίδιους πάνω- κάτω όρους, δέκα χρόνια. Η Γερμανία απολαμβάνει μια ανάπτυξη που χρηματοδοτείται από μεγάλες εξαγωγές. Και οι χώρες του «κλαμπ μεντιτερανέ», με τα φθηνά δανεικά που το ευρώ τους εξασφάλιζε, προσέφεραν μεγάλο μέρος της ζήτησης γι΄ αυτές τις γερμανικές εξαγωγές. Ο χθεσινός παράδεισος και η σημερινή κόλαση έχουν την ίδια αιτία: τη σχέση ανάμεσα στις δυναμικές γερμανικές εξαγωγές και την ασυλλόγιστα υψηλή μεσογειακή κατανάλωση.
Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι οι άσωτοι μεσογειακοί καταφέρνουν να συμμαζέψουν τα ελλείμματά τους μέσα στα όρια της συνθήκης του Μάαστριχτ. Καταφέρνουν δηλαδή να κόψουν όλοι μαζί 120 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 19, εμείς). Για να το επιτύχουν, θα πρέπει προφανώς να περιοριστεί, και μάλιστα δραστικά, η ζήτηση στις χώρες αυτές, περιλαμβανομένης και της ζήτησης για εισαγωγές από τη Γερμανία. Και η Γερμανία τότε; Να αντικαταστήσει τις αιχμάλωτες αγορές του ευρωπαϊκού νότου με άλλες αγορές, αλλού στον κόσμο, είναι στις σημερινές συνθήκες αδύνατο. Άρα θα πρέπει να αντικαταστήσει τη χαμένη μεσογειακή ζήτηση με αύξηση της δικής της εσωτερικής ζήτησης. Και, συνεπώς, να αποκτήσει και αυτή μεγάλα ελλείμματα!
«Έστω και μόνον για το δικό της συμφέρον, λοιπόν, η Γερμανία θα πρέπει να εγκαταλείψει τις αντιρρήσεις της σε ένα σχέδιο σωτηρίας της Ελλάδας», συμπεραίνει ο Lex. Όλη η συζήτηση συνεπώς, ιδίως η θερμή, εμπαθής συζήτηση των τελευταίων ημερών, για την «ελληνική κρίση», μπορεί και να στηρίζεται σε μια διπλή παρεξήγηση.
Από τη μία πλευρά, οι Γερμανοί λένε στις καθημερινές τους συζητήσεις και διαβάζουν στον λαϊκό τους Τύπο: «Εσείς οι Έλληνες ζούσατε καλύτερα από εμάς, με τα δικά μας λεφτά». Δεν λένε όμως ότι η δική μας άσωτη υπερ-κατανάλωση, δημόσια και ιδιωτική, ήταν η δική τους εξαγωγική ευφορία. Από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες φαίνεται να πιστεύουμε ότι αν η Γερμανία παρέμβει, αν η Ευρώπη μας βοηθήσει να συνεχίσουμε να δανειζόμαστε με λογικά επιτόκια, το πρόβλημά μας θα λυθεί. Παραγνωρίζουμε όμως ότι το μοντέλο της προηγούμενης δεκαετίας, οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης μέσω της τεχνητής αύξησης της ζήτησης, με δανεικά, δεν είναι βιώσιμο.
Και όσο οι παρεξηγήσεις διαιωνίζονται οδηγούμαστε σε ένα αδιέξοδο. Αντί να σχεδιάζονται αλλαγές βάθους στα θεμέλια του ετοιμόρροπου «ελληνικού μοντέλου», οργανώνεται, στο πόδι, μια καταιγίδα «μέτρων», ένα πρόγραμμα λιτότητας που θα πληρώσουν εκείνοι που δεν θα έπρεπε (οι ήδη φορολογούμενοι, με αυξήσεις φόρων, και οι ήδη χαμηλά αμειβόμενοι, με περικοπές αποδοχών) και από το οποίο δεν θα επωφεληθεί κανείς- ούτε η πλευρά που το επιβάλλει ούτε, κυρίως, η πλευρά που το υφίσταται.
Το επιχείρημα είναι απλό. Οι τέσσερις μεσογειακοί είχαν πέρυσι, όλοι μαζί, ελλείμματα 102 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 19 δισ. δικά μας, γαλανόλευκα). Περίπου το μισό από το έλλειμμα αυτό οφείλεται σε εμπορικές ανταλλαγές εντός ευρωζώνης. Την ίδια στιγμή η Γερμανία παρουσιάζει πλεόνασμα, 80 δισ. ευρώ πέρυσι, περίπου το μισό από το οποίο οφείλεται σε εμπορικές ανταλλαγές με τους εταίρους της στην ευρωζώνη.
Είναι μια σχέση που διαρκεί, με τους ίδιους πάνω- κάτω όρους, δέκα χρόνια. Η Γερμανία απολαμβάνει μια ανάπτυξη που χρηματοδοτείται από μεγάλες εξαγωγές. Και οι χώρες του «κλαμπ μεντιτερανέ», με τα φθηνά δανεικά που το ευρώ τους εξασφάλιζε, προσέφεραν μεγάλο μέρος της ζήτησης γι΄ αυτές τις γερμανικές εξαγωγές. Ο χθεσινός παράδεισος και η σημερινή κόλαση έχουν την ίδια αιτία: τη σχέση ανάμεσα στις δυναμικές γερμανικές εξαγωγές και την ασυλλόγιστα υψηλή μεσογειακή κατανάλωση.
Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι οι άσωτοι μεσογειακοί καταφέρνουν να συμμαζέψουν τα ελλείμματά τους μέσα στα όρια της συνθήκης του Μάαστριχτ. Καταφέρνουν δηλαδή να κόψουν όλοι μαζί 120 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 19, εμείς). Για να το επιτύχουν, θα πρέπει προφανώς να περιοριστεί, και μάλιστα δραστικά, η ζήτηση στις χώρες αυτές, περιλαμβανομένης και της ζήτησης για εισαγωγές από τη Γερμανία. Και η Γερμανία τότε; Να αντικαταστήσει τις αιχμάλωτες αγορές του ευρωπαϊκού νότου με άλλες αγορές, αλλού στον κόσμο, είναι στις σημερινές συνθήκες αδύνατο. Άρα θα πρέπει να αντικαταστήσει τη χαμένη μεσογειακή ζήτηση με αύξηση της δικής της εσωτερικής ζήτησης. Και, συνεπώς, να αποκτήσει και αυτή μεγάλα ελλείμματα!
«Έστω και μόνον για το δικό της συμφέρον, λοιπόν, η Γερμανία θα πρέπει να εγκαταλείψει τις αντιρρήσεις της σε ένα σχέδιο σωτηρίας της Ελλάδας», συμπεραίνει ο Lex. Όλη η συζήτηση συνεπώς, ιδίως η θερμή, εμπαθής συζήτηση των τελευταίων ημερών, για την «ελληνική κρίση», μπορεί και να στηρίζεται σε μια διπλή παρεξήγηση.
Από τη μία πλευρά, οι Γερμανοί λένε στις καθημερινές τους συζητήσεις και διαβάζουν στον λαϊκό τους Τύπο: «Εσείς οι Έλληνες ζούσατε καλύτερα από εμάς, με τα δικά μας λεφτά». Δεν λένε όμως ότι η δική μας άσωτη υπερ-κατανάλωση, δημόσια και ιδιωτική, ήταν η δική τους εξαγωγική ευφορία. Από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες φαίνεται να πιστεύουμε ότι αν η Γερμανία παρέμβει, αν η Ευρώπη μας βοηθήσει να συνεχίσουμε να δανειζόμαστε με λογικά επιτόκια, το πρόβλημά μας θα λυθεί. Παραγνωρίζουμε όμως ότι το μοντέλο της προηγούμενης δεκαετίας, οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης μέσω της τεχνητής αύξησης της ζήτησης, με δανεικά, δεν είναι βιώσιμο.
Και όσο οι παρεξηγήσεις διαιωνίζονται οδηγούμαστε σε ένα αδιέξοδο. Αντί να σχεδιάζονται αλλαγές βάθους στα θεμέλια του ετοιμόρροπου «ελληνικού μοντέλου», οργανώνεται, στο πόδι, μια καταιγίδα «μέτρων», ένα πρόγραμμα λιτότητας που θα πληρώσουν εκείνοι που δεν θα έπρεπε (οι ήδη φορολογούμενοι, με αυξήσεις φόρων, και οι ήδη χαμηλά αμειβόμενοι, με περικοπές αποδοχών) και από το οποίο δεν θα επωφεληθεί κανείς- ούτε η πλευρά που το επιβάλλει ούτε, κυρίως, η πλευρά που το υφίσταται.
Αντί να σχεδιάζονται αλλαγές βάθους στα θεμέλια του ετοιμόρροπου «ελληνικού μοντέλου», οργανώνεται, στο πόδι, μια καταιγίδα «μέτρων», ένα πρόγραμμα λιτότηταςΤΑ ΝΕΑ
που θα πληρώσουν εκείνοι που δεν θα έπρεπε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου