Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

Εκείνοι τα κατάφεραν Εμείς γιατί όχι;" του Γιάννη Κορομήλη ( 13/01/2010 )



Υπάρχει μια χώρα στον κόσμο, στην οποία πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, από τους τουρίστες που την έχουν επισκεφτεί, επιστρέφουν και πάλι μόλις τους δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία. Και την ξαναεπισκέπτονται γιατί έχει γίνει μια διεθνής όαση για όσους αναζητούν ανακούφιση από τη σωματική και ψυχική επιβάρυνση που προκαλεί η έντονη καθημερινότητα του μοντέρνου μεταβιομηχανικού κόσμου.

Το στρες έχει μπει πια για τα καλά στη ζωή όλων σχεδόν των ανθρώπων των βιομηχανικά προηγμένων χωρών και μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες εντάθηκε από τα μοντέλα ανάπτυξης του νεοφιλελευθερισμού και του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού που καλλιέργησαν τον έντονο ατομικισμό και ανταγωνισμό στους χώρους εργασίας και τον απομονωτισμό της οθόνης (TV και Η/Υ) και τον άκρατο καταναλωτισμό στους χώρους ανάπαυσης και διασκέδασης.

Ο σύγχρονος τρόπος ζωής εκτός από τα αδιαμφισβήτητα και γνωστά σε όλους αγαθά που έχει προσφέρει στον άνθρωπο με τη ραγδαία εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας και τις ευκολίες που έθεσε στη διάθεσή του, φαίνεται ότι επιδείνωσε σε υπερθετικό βαθμό και μια από τις αδυναμίες του. « […] Το ακαταμάχητο «πλέον έχειν» που δεν τον αφήνει να ικανοποιηθεί ποτέ με ό,τι αξιώθηκε να αποκτήσει, αλλά διαρκώς τον σπρώχνει να κερδίσει περισσότερα, να βολευτεί καλύτερα, να πάει παραπάνω από κει που βρίσκεται, είτε για την οικονομική ευμάρεια και την κοινωνική προβολή πρόκειται, είτε για την επαγγελματική σταδιοδρομία και την πολιτική δύναμη.[…]» αναφέρει ο Ευάγγελος Παπανούτσος στο δοκίμιο «Οι δρόμοι της ζωής»

Και ασφαλώς ο Ε. Π. Παπανούτσος δεν μιλάει για  τη φιλότιμη προσπάθεια του ανθρώπου να βελτιώσει τους όρους της ζωής του με θάρρος, μόχθο και θυσίες αλλά στην πλεονεξία για συνεχή «επιτυχία για την επιτυχία» και την αλαζονεία για «επιτυχία με όλα τα μέσα», όπως διευκρινίζει ο ίδιος.

Στην εποχή μας λοιπόν οι ατομικιστές και απομονωμένοι συνήθως παραγωγοί και καταναλωτές των σύγχρονων κοινωνιών ζουν μεταξύ «της μονομανίας της ανάπτυξης» του Κορνήλιου Καστοριάδη και «του πανικού προς τα εμπρός» του Ευάγγελου Παπανούτσου. Επόμενο είναι να αισθάνονται σχεδόν καθημερινά το έντονο στρες από την αναγκαία υπερπροσπάθεια ενώ λίγες, αν όχι ελάχιστες, φορές έχουν την ευκαιρία να ξεφύγουν από το σύγχρονο και πιθανόν πλούσια εξοπλισμένο αλλά τεχνητό περιβάλλον.

Ανακούφιση από τις επιβαρύνσεις αυτές προσφέρουν η αυτάρκεια, εκφρασμένη με τις ρήσεις επώνυμων θυμοσόφων όπως «μηδέν άγαν» ή και ανώνυμων όπως « το καλύτερο είναι εχθρός του καλού» και η επαφή με το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο κάθε άνθρωπος μπορεί να ξαναβρεί τις ρίζες του και να επανεξετάσει τη θέση του στο σχήμα των πραγμάτων της εποχής του.

Τη δική τους θέση, στα δρώμενα της εποχής μας, φαίνεται ότι καλύτερα από όλους έχουν καταφέρει να προσδιορίσουν οι «ticos», οι κάτοικοι της χώρας που προαναφέραμε.

Είναι η Κόστα Ρίκα (στα ισπανικά σημαίνει Πλούσια Ακτή), μια μικρή χώρα της Κεντρικής Αμερικής, με έκταση περίπου 51.000 τ. χμ - μικρότερη από το μισό της Ελλάδας- και πληθυσμό γύρω στα 4,2 εκατομμύρια κατοίκους- κάτι περισσότερο από   το ένα τρίτο του δικού μας. Η Κόστα Ρίκα ενώνει δύο στεριές – βόρεια τη
Νικαράγουα και νοτιοανατολικά τον Παναμά - και χωρίζει δύο θάλασσες - ανατολικά την Καραϊβική και νοτιοδυτικά τον Ειρηνικό ωκεανό.

Έχει πλούσιο φυσικό περιβάλλον, συνδυάζοντας βουνά με πλούσια χλωρίδα και πανίδα, ζεστές πεντακάθαρες θάλασσες και διαθέτει ένα σημαντικό ποσοστό της βιοποικιλότητας του κόσμου συγκριτικά με τη μικρή της έκταση.
 
Οι Κοσταρικανοί αποφάσισαν κατά το παρελθόν να επενδύσουν στον άνθρωπο, στην ελευθερία, στην παιδεία, στη δημοκρατία, στην ειρήνη, και στο φυσικό περιβάλλον. Σήμερα απολαμβάνουν την αιωνόβια πια ελεύθερη και ισχυρή δημοκρατία τους που αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα της πολιτικής αστάθειας της Λατινικής Αμερικής και υπερηφανεύονται για την ασυνήθιστη απόφαση που πήραν, πριν από 60 χρόνια περίπου, να καταργήσουν σχεδόν το στρατό τους, μεταφέροντας τους πόρους που διέθεταν για την άμυνα στην παιδεία.
 
Όπως προκύπτει από δημοσιεύματα του ελληνικού και διεθνούς τύπου, του τελευταίου χρονικού διαστήματος, σε όλες τις έρευνες που πραγματοποιούνται για την ευτυχία, την πρώτη θέση στον κόσμο, καταλαμβάνει η Κόστα Ρίκα. (Δεύτερη συνήθως κατατάσσεται η Δανία, η οποία έχει κάνει επίσης σημαντικά βήματα προς την «πράσινη» ανάπτυξη κατά τα τελευταία χρόνια) Το μυστικό των «ticos» είναι η «πράσινη ζωή» και το συγκριτικό πλεονέκτημα της Κόστα Ρίκα είναι οι «ticos».

Ελεύθεροι, δημοκρατικοί, μορφωμένοι, καλοσυνάτοι και φιλόξενοι έχουν όλη την καλή διάθεση και ξέρουν να αναπτύξουν τον αγροτικό και κτηνοτροφικό τομέα, τον μεταποιητικό, τον τουριστικό κλπ και να προστατεύσουν το φυσικό περιβάλλον. Διαθέτουν κοιτάσματα πετρελαίου αλλά έχουν αποφασίσει να μην τα αντλήσουν. Εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία έχουν επιβάλει το φόρο άνθρακα ενώ αμείβουν τους αγρότες που προστατεύουν τη φύση.

Ανταγωνίζονται τις προηγμένες βιομηχανικά χώρες στην παραγωγή μικροτσίπς για Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές και τη μονοτονία κάποιων συμβατών τουριστικών προορισμών με τους φυσικούς τους πόρους, την αυτάρκεια, την παιδεία και τη διάθεση να εξηγήσουν, με χαμόγελο, σε κάθε επισκέπτη τα μυστικά της χώρας και της ευτυχίας τους.
 
Οι ομοιότητες και οι διαφορές της Κόστα Ρίκα με τη χώρα μας είναι προφανείς. Οι όποιες γεωφυσικές ομοιότητες βέβαια αντισταθμίζονται από μια και μόνη γεωπολιτική διαφορά που υποχρεώνει τη χώρα μας να διατηρεί ισχυρό στρατό. Ωστόσο φαίνεται ότι όπως όλοι σέβονται, εκτιμούν και επισκέπτονται τη βιολογική γέφυρα μεταξύ Βόρειας και Νότιας Αμερικής για να αντλήσουν ευτυχία μάλλον θα σεβαστούν και μια αντίστοιχη γέφυρα μεταξύ Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Ασίας. Κι αυτή η γέφυρα δεν είναι άλλη από την Ελλάδα, τη χώρα του Ήλιου, του Ολύμπου, του Αιγαίου και της κλασικής κουλτούρας.
 
Ο άνθρωπος, από τη φύση του, παρουσιάζει θετικό «γεωτροπισμό» (στροφή προς τη γη, τη φύση δηλαδή) και αρνητικό «πλειστοτροπισμό» (στροφή προς διάφορες κατευθύνσεις). Αυτό το έχουν καταλάβει πολύ καλά οι αυτάρκεις Κοσταρικανοί και ξεπροβοδούν τους επισκέπτες τους με τη βεβαιότητα ότι στο μέλλον θα τους ξαναδούν.

Ύστερα από ένα μικρό απόθεμα ολιγοήμερης ευτυχίας, πόσο μπορούν να αντέξουν στην πίεση του καταναλωτικού τρόπου ζωής και μάλιστα με τόσο πολύ αυξημένα επιτόκια ατομικισμού και υπερπροσπάθειας;
 
Εμείς θα το καταλάβουμε άραγε ποτέ;

Γιάννης Κορομήλης
ΟΛΥΜΠΙΟ ΒΗΜΑ ON LINE 

Δεν υπάρχουν σχόλια: