Του Θανάση Θ. Νιάρχου
Αν θέλει κανείς να απελπιστεί διά παντός για το ανθρώπινο γένος, ή έστω για τους Ελληνες, δεν έχει παρά να επιβιβαστεί σ ένα οποιοδήποτε καράβι, τώρα το καλοκαίρι, µε οποιαδήποτε κατεύθυνση κοντινή ή µακρινή. Η δική µας κατεύθυνση για ένα νησί που απέχει δυόµισι ώρες από τον Πειραιά. 7.30 πρωινή και σου έρχεται ήδη να ξεράσεις. Ενα πυκνό, πυκνότατο πλήθος, παρακολουθεί σε όλες τις θέσεις µπίζνες, πρώτη, δεύτερη µε προσοχή, µε λατρεία σχεδόν στους δέκτες της τηλεόρασης την επανάληψη ενός σίριαλ που η κανονική του προβολή έχει γίνει όπως πληροφορούµαστε πριν από τρία χρόνια, σε βραδινή βέβαια τότε ζώνη. Η σάχλα, η βλακεία, το κοµψεπίκοµψο, µε βάση ένα µικρονοϊκό, για να µη γράψουµε παρανοϊκό σενάριο, στην αποθέωσή τους. 7:30 το πρωί! Αντιλαµβάνεσαι τι βλέψεις έχει ο καθένας για τον εαυτό του όταν, αξηµέρωτα σχεδόν, «εντρυφά» σε ζωές που θα πρέπει να τον γοητεύουν αφάνταστα και που αν τις µαζέψεις και τις στραγγίξεις ώς τον πάτο, το µόνο που θα αποµείνει είναι το σκέρτσο, το νάζι, το δήθεν, το τίποτα. Οταν µάλιστα ένας επιβάτης ζήτησε να χαµηλώσει η ένταση του ήχου, τον πληροφόρησε ο θαλαµηπόλος πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο γιατί υπάρχει ρύθµιση ώστε οι δέκτες της τηλεόρασης στο πλοίο να εκπέµπουν το ίδιο πρόγραµµα, στην ίδια ένταση και ότι αν χαµήλωνε ο ήχος στη µια συσκευή, θα χαµήλωνε αυτόµατα και στις υπόλοιπες. Επιπλέον είναι αδύνατο να σταµατήσει η προβολή γιατί κάτι τέτοιο θα λογαριαζόταν ως παρεµπόδιση στη διάχυση πολιτιστικού προϊόντος! Καµιά δεκαριά επιβάτες, που αντελήφθησαν την κίνηση του διαµαρτυρόµενου, έδειχναν ήδη να εξαγριώνονται, αποφασισµένοι να επέµβουν. Ιδού ο πολιτισµός µας: όταν κάποιος θίγεται και ενοχλείται δικαιολογηµένα, είναι οι πολλοί τελικά που επιβάλλονται, έστω κι αν δεν πρόκειται να ζηµιωθούν ουσιαστικά µε το αίτηµα του ενοχληµένου. Το ότι θα ανακουφιζόταν ή έστω δεν θα εκνευριζόταν ένας συνάνθρωπός τους, ενώ ταυτόχρονα θα ωφελούνταν και οι ίδιοι, αυτό αφορά έναν πολιτισµό που τουλάχιστον µε το καλοκαίρι δεν έχει καµιάν απολύτως σχέση.
Υποτίθεται πως σήµερα το πρωί ξεκινάνε µέσα στο καράβι αυτό για άλλους ολιγοήµερες και για άλλους µακρές «διακοπές» που θα τους επιτρέψουν όπως διατείνονταν στους φίλους τους όταν προβάλανε επιτακτική την ανάγκη να φύγουν να χαλαρώσουν, να ανανεωθούν, να αλλάξουν. Και δείχνουν ήδη από την πρώτη στιγµή πως εννοούν την ανανέωση και την αλλαγή: µέσα από τις πάγιες συνήθειες των υπόλοιπων µηνών όπου δεσπόζει ως κορωνίς η τηλεόραση. Μετακινούνται δήθεν αποφασισµένοι προς την επιθυµητή ανανέωση και αλλαγή σφιχταγκαλισµένοι µε τα µέσα ή µάλλον µε το «µέσον» που τους κρατάει υποχείριους σε έναν ψευδεπίγραφο τρόπο ζωής. Να η αιτία της επιδεινούµενης πνευµατικά, κοινωνικά και οικονοµικά κατρακύλας µας: να φανταζόµαστε πως γίνεται να αλλάξουν τα πράγµατα, ή ακόµη χειρότερο πως αλλάζουν, ενώ µένουµε προσηλωµένοι σε ενδιαφέροντα και νοοτροπίες χρεοκοπηµένες, αδιέξοδες. Αν το καλοκαίρι και ιδιαίτερα οι «διακοπές» φαντάζουν ως µια περίοδος που απαλλάσσει τον καθένα από τις συµβάσεις του καθωσπρεπισµού, απορείς γιατί να ταυτίζεται αυτή η αποδέσµευση µε µια πρόχειρη και χυδαία αίσθηση της ελευθερίας. Γιατί τι άλλο είναι τα απλωµένα πόδια πάνω σε καρέκλες προκειµένου να φαίνονται κατηλειµµένες, ενώ κάποιοι περιφέρονται όρθιοι ή τα ζευγάρια που φιλιούνται και χουφτώνονται µε τόση περιπάθεια ώστε να είσαι βέβαιος πως δεν θα ανταλλάσσανε ούτε ένα χάδι, σε περίπτωση που δεν είχαν ένα τόσο πυκνό κοινό να τους παρακολουθεί.
Χωρίς κανείς τους βέβαια να διανοείται ή να συνδυάζει πως ακριβώς αυτή την πρόχειρη και χυδαία αίσθηση της ελευθερίας χρειάζονται οι επιδέξιοι πολιτικοί ώστε µε το να την εκµεταλλεύονται, να περνάνε τη θηλιά στον λαιµό ολονών µας.
§ Ο [-1134Θανάσης Θ. Νιάρχος είναι ποιητής, συνεκδότης του περιοδικού «Η Λέξη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου