Άρθρο του Οζτζάν Οζτζανχάν στη Σταρ
«ΚΑΠΟΙΟΣμεσήλικας τον οποίο δεν γνώριζα, όταν είδε το γιλέκο του δημοσιογράφου που φορούσα μου έκοψε το δρόμο και μου είπε: “Είσαι δημοσιογράφος, δεν είναι; Γιατί τα παρουσιάζεις όλα μαύρα; Εάν δεν σου αρέσει εδώ, σήκω φύγε, τι περιμένεις;” Δεν μπόρεσα να ανεχθώ τα λόγια του και απάντησα: “Ποιος είσαι εσύ που μου λες να σηκωθώ και να φύγω; Ποιος σου έδωσε εσένα το δικαίωμα να με διώχνεις από το σπίτι και την πατρίδα μου;
Καθήκον μου είναι να κρίνω, επικρίνω, σχολιάζω, ενημερώνω τον κόσμο. Αυτός που πρέπει να φύγει από εδώ είσαι εσύ. Τι δουλειά έχεις στην πατρίδα μου;” Με αγριοκοίταξε και είπε: “Ξεκουμπιστείτε όλοι σας. Τα εδάφη αυτά είναι δικά μας”. Στη συνέχεια απομακρύνθηκε. Νόμισα ότι έπεσε ο ουρανός και με πλάκωσε. Κοίταξα δεξιά και αριστερά για να δω αν υπάρχει κανένας γνωστός, κανένας Κύπριος. Όχι. Ήμουν μόνος.
Ίσως ήταν ένας αστυνομικός με πολιτική περιβολή που περιφέρεται στα πρακτορεία στοιχημάτων, στα εστιατόρια, στους χώρους στάθμευσης. Η περιβολή του δεν ήταν άσχημη. Δεν θα μπορούσε να ήταν ένας κτίστης, εργάτης, ζητιάνος. Σίγουρα, όμως, δεν ήταν Κύπριος. Αυτό το πρόδιδε η ομιλία και η συμπεριφορά του. Ήταν από αυτούς που επαναλαμβάνουν “εμείς σας λυτρώσαμε, αχάριστοι, αν δεν σας αρέσει και έχετε παράπονα σηκωθείτε και φύγετε”.
Όταν εξιστόρησα σε κάποιους φίλους τα όσα συνέβησαν, μου συνέστησαν να μη δώσω συνέχεια, γιατί μπορεί να βρω τον μπελά μου, να φάω ξύλο και κανένας δεν θα πλησιάσει για να με γλυτώσει. Όλη την νύκτα δεν με έπιασε ύπνος.
Μονολογούσα: “Ω ρε Οζτζαχαν αυτό σου έμελλε να πάθεις… Μια φορά ξυλοκοπήθηκες στην Καρπασία, μέσα στην ίδια σου τη χώρα, από τους νεοφερμένους. Δεν ήσουν εσύ που υπηρέτησες για 11 χρόνια ως αγωνιστής, ως διοικητής, που βρισκόσουν στις σκοπιές μέχρι το πρωί για την πατρίδα, που ζούσες με 30 λίρες και συντηρούσες γυναίκα και δύο παιδιά με πλιγούρι, ζάχαρη και ψωμί; Δεν ήσουν εσύ που αγωνίστηκες για την ύπαρξη του τουρκισμού στο νησί, που περίμενες καλύτερες μέρες; Ήταν της μοίρας σου να ακούσεις αυτά που άκουσες;”
Σκεφτόμουν ότι κανένας δεν θα μπορούσε να μου συμπεριφερθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Κανένας δεν θα μπορούσε να προσβάλει την οικογένειά μου της οποίας όλα τα μέλη αγωνίστηκαν για υπεράσπιση του τουρκισμού. Όταν συνήλθα κάπως, θυμήθηκα τα λόγια του ένδοξου ηγέτη Ντενκτάς, ο οποίος, αναφερόμενος στη μετανάστευση Τ/κ από το νησί, είπε: “Τούρκος φεύγει, Τούρκος έρχεται”. Νόμισε πως θα μας καθησυχάσει. Τον πίστεψα αλλά όλα δείχνουν ότι και εκείνος έπεσε έξω. Αυτοί που έφευγαν ήταν γνήσιοι Τ/κ, μορφωμένοι αλλά μετανάστευαν λόγω ανεργίας. Για να ισχυριστείς ότι αυτοί που έρχονται είναι Τούρκοι απαιτούνται χίλιοι μάρτυρες. Κάποιος είναι Λαζός, κάποιος Κούρδος, κάποιος Αλεβίτης, κάποιος Αραβας από την Αντιόχεια. Αν ένα άτομο είναι γνήσιος Τούρκος και έχει τη δουλειά και κοινωνική του ζωή, είναι δυνατόν να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να ξενιτευτεί;
Δεν λέω όλοι, αλλά η πλειοψηφία αυτών που ήλθαν στο νησί είναι άτομα άξεστα, χωρίς αγάπη προς την πατρίδα, έχουν άγνοια για την τρισένδοξη αντίσταση των Τ/κ και η μόνη τους έγνοια είναι ο εύκολος πλουτισμός. Τους παραχωρήθηκαν σπίτια, οικόπεδα, περιουσίες. Εγκαταστάθηκαν στο νησί και τα κέρδη τους τα έστελναν στη χώρα τους.
Με την πάροδο του χρόνου άρχισαν να ισχυρίζονται ότι ο χώρος τούς ανήκει και είδατε το πώς μου συμπεριφέρθηκε ένας από αυτούς. Ντρέπομαι. Θέλω να κλάψω. Άρμοζε σε μένα τέτοια συμπεριφορά; Τουλάχιστον θα πρέπει να ντρέπονται όσοι μας έφεραν σε αυτή την κατάσταση».
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
«ΚΑΠΟΙΟΣμεσήλικας τον οποίο δεν γνώριζα, όταν είδε το γιλέκο του δημοσιογράφου που φορούσα μου έκοψε το δρόμο και μου είπε: “Είσαι δημοσιογράφος, δεν είναι; Γιατί τα παρουσιάζεις όλα μαύρα; Εάν δεν σου αρέσει εδώ, σήκω φύγε, τι περιμένεις;” Δεν μπόρεσα να ανεχθώ τα λόγια του και απάντησα: “Ποιος είσαι εσύ που μου λες να σηκωθώ και να φύγω; Ποιος σου έδωσε εσένα το δικαίωμα να με διώχνεις από το σπίτι και την πατρίδα μου;
Καθήκον μου είναι να κρίνω, επικρίνω, σχολιάζω, ενημερώνω τον κόσμο. Αυτός που πρέπει να φύγει από εδώ είσαι εσύ. Τι δουλειά έχεις στην πατρίδα μου;” Με αγριοκοίταξε και είπε: “Ξεκουμπιστείτε όλοι σας. Τα εδάφη αυτά είναι δικά μας”. Στη συνέχεια απομακρύνθηκε. Νόμισα ότι έπεσε ο ουρανός και με πλάκωσε. Κοίταξα δεξιά και αριστερά για να δω αν υπάρχει κανένας γνωστός, κανένας Κύπριος. Όχι. Ήμουν μόνος.
Ίσως ήταν ένας αστυνομικός με πολιτική περιβολή που περιφέρεται στα πρακτορεία στοιχημάτων, στα εστιατόρια, στους χώρους στάθμευσης. Η περιβολή του δεν ήταν άσχημη. Δεν θα μπορούσε να ήταν ένας κτίστης, εργάτης, ζητιάνος. Σίγουρα, όμως, δεν ήταν Κύπριος. Αυτό το πρόδιδε η ομιλία και η συμπεριφορά του. Ήταν από αυτούς που επαναλαμβάνουν “εμείς σας λυτρώσαμε, αχάριστοι, αν δεν σας αρέσει και έχετε παράπονα σηκωθείτε και φύγετε”.
Όταν εξιστόρησα σε κάποιους φίλους τα όσα συνέβησαν, μου συνέστησαν να μη δώσω συνέχεια, γιατί μπορεί να βρω τον μπελά μου, να φάω ξύλο και κανένας δεν θα πλησιάσει για να με γλυτώσει. Όλη την νύκτα δεν με έπιασε ύπνος.
Μονολογούσα: “Ω ρε Οζτζαχαν αυτό σου έμελλε να πάθεις… Μια φορά ξυλοκοπήθηκες στην Καρπασία, μέσα στην ίδια σου τη χώρα, από τους νεοφερμένους. Δεν ήσουν εσύ που υπηρέτησες για 11 χρόνια ως αγωνιστής, ως διοικητής, που βρισκόσουν στις σκοπιές μέχρι το πρωί για την πατρίδα, που ζούσες με 30 λίρες και συντηρούσες γυναίκα και δύο παιδιά με πλιγούρι, ζάχαρη και ψωμί; Δεν ήσουν εσύ που αγωνίστηκες για την ύπαρξη του τουρκισμού στο νησί, που περίμενες καλύτερες μέρες; Ήταν της μοίρας σου να ακούσεις αυτά που άκουσες;”
Σκεφτόμουν ότι κανένας δεν θα μπορούσε να μου συμπεριφερθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Κανένας δεν θα μπορούσε να προσβάλει την οικογένειά μου της οποίας όλα τα μέλη αγωνίστηκαν για υπεράσπιση του τουρκισμού. Όταν συνήλθα κάπως, θυμήθηκα τα λόγια του ένδοξου ηγέτη Ντενκτάς, ο οποίος, αναφερόμενος στη μετανάστευση Τ/κ από το νησί, είπε: “Τούρκος φεύγει, Τούρκος έρχεται”. Νόμισε πως θα μας καθησυχάσει. Τον πίστεψα αλλά όλα δείχνουν ότι και εκείνος έπεσε έξω. Αυτοί που έφευγαν ήταν γνήσιοι Τ/κ, μορφωμένοι αλλά μετανάστευαν λόγω ανεργίας. Για να ισχυριστείς ότι αυτοί που έρχονται είναι Τούρκοι απαιτούνται χίλιοι μάρτυρες. Κάποιος είναι Λαζός, κάποιος Κούρδος, κάποιος Αλεβίτης, κάποιος Αραβας από την Αντιόχεια. Αν ένα άτομο είναι γνήσιος Τούρκος και έχει τη δουλειά και κοινωνική του ζωή, είναι δυνατόν να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να ξενιτευτεί;
Δεν λέω όλοι, αλλά η πλειοψηφία αυτών που ήλθαν στο νησί είναι άτομα άξεστα, χωρίς αγάπη προς την πατρίδα, έχουν άγνοια για την τρισένδοξη αντίσταση των Τ/κ και η μόνη τους έγνοια είναι ο εύκολος πλουτισμός. Τους παραχωρήθηκαν σπίτια, οικόπεδα, περιουσίες. Εγκαταστάθηκαν στο νησί και τα κέρδη τους τα έστελναν στη χώρα τους.
Με την πάροδο του χρόνου άρχισαν να ισχυρίζονται ότι ο χώρος τούς ανήκει και είδατε το πώς μου συμπεριφέρθηκε ένας από αυτούς. Ντρέπομαι. Θέλω να κλάψω. Άρμοζε σε μένα τέτοια συμπεριφορά; Τουλάχιστον θα πρέπει να ντρέπονται όσοι μας έφεραν σε αυτή την κατάσταση».
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
Read more: http://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/08/blog-post_6301.html#ixzz0xPZZnooG
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου