Μια κρύα ημέρα του χειμώνα του 2007, ο δρ Φάουστ, Αμερικανός διανοούμενος της Αριστεράς, έπινε τον καφέ του σε ένα μαγαζί, απελπισμένος με το καθεστώς Μπους / Τσένι και αναλογιζόμενος το ζοφερό μέλλον της Αμερικής. Τότε εμφανίστηκε μπροστά του ξαφνικά ο Μεφιστοφελής, ο οποίος παρεμπιπτόντως παρήγγειλε ένα διπλό φραπουτσίνο μόκα. Κάθισε δίπλα στον δρα Φάουστ και τον ρώτησε αν είναι διατεθειμένος να του παραδώσει την ψυχή του, με αντάλλαγμα την ικανοποίηση πέντε ευχών. Ο δρ Φάουστ σκέφτηκε ότι το τίμημα ήταν μεγάλο, αλλά θα είχε, επιτέλους, την ευκαιρία να κάνει κάτι για την πατρίδα του. Αν διάλεγε σωστά, η Αμερική θα μετατρεπόταν σε προπύργιο του προοδευτικού φιλελευθερισμού.
«Συμφωνώ, ω, Αρχοντα του Σκότους, υπό την προϋπόθεση ότι θα μου ικανοποιήσεις τις ακόλουθες ευχές: πρώτον, θέλω να βυθιστεί το έθνος σε μία άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση, υπεύθυνη για την οποία θα είναι η Γουόλ Στριτ. Ετσι, θα καταπέσουν μια και καλή τα επιχειρήματα των φονταμενταλιστών της ελεύθερης αγοράς». «Θα γίνει», απαντάει ο Μεφιστοφελής. «Δεύτερον, θέλω να διαλέξεις τον εξυπνότερο πολιτικό του Δημοκρατικού Κόμματος και να τον κάνεις πρόεδρο». «Πες ότι έγινε», αποκρίνεται ο Διάβολος. «Στη συνέχεια, θέλω να δημιουργήσεις ένα πολιτικό κλίμα, ώστε να εγκριθεί ένα τεράστιο πακέτο δαπανών, ύψους 800 δισ. και να δει ο κόσμος ότι το κράτος μπορεί να είναι αποτελεσματικό, αποτρέποντας την οικονομική κατάρρευση». «Θα το κάνω και αυτό», του λέει. «Μετά, θέλω να βάλεις του Δημοκρατικούς να περάσουν ένα νόμο που θα παρέχει καθολική υγειονομική περίθαλψη σε όλους, ώστε να αντιληφθεί ο κόσμος τα θετικά στοιχεία των προοδευτικών μεταρρυθμίσεων». «Εντάξει», λέει ο Μεφιστοφελής. «Αν τα κάνεις όλα αυτά, τότε η Αμερική θα μεταμορφωθεί και το προοδευτικό πνεύμα θα κυριαρχήσει! Για να είμαστε, όμως, σίγουροι, θέλω να μία πολυεθνική εταιρεία να προκαλέσει τη μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή στην ιστορία της χώρας, ώστε να απολέσει το κύρος του ο επιχειρηματικός κόσμος, να ευαισθητοποιηθεί η κοινή γνώμη στο θέμα της περιβαλλοντικής πολιτικής και να αντιληφθεί την ανάγκη αυστηρής εποπτείας του κράτους στις επιχειρήσεις». «Θα γίνει και αυτό», του λέει ο Μεφιστοφελής.
Πράγματι, λοιπόν, όλα όσα ζήτησε ο δρ Φάουστ έγιναν πραγματικότητα. Ποτέ τα τελευταία 70 χρόνια δεν συνέβησαν τόσο πολλά γεγονότα μαζεμένα που να ευνοούν την Αριστερά. Κι όμως, η κοινή γνώμη στην Αμερική δεν στρέφεται προς τα αριστερά, αλλά προς τα δεξιά. Αυτό τουλάχιστον καταδεικνύουν οι έρευνες που διεξάγονται, σε μία σειρά από ζητήματα: από το δικαίωμα της οπλοφορίας μέχρι τις αμβλώσεις και από την υπερθέρμανση του πλανήτη μέχρι τον ρόλο του κράτους στην οικονομική ζωή. Οι Δημοκρατικοί, αντί να ελκύουν με τις απόψεις τους, απωθούν. Το ποσοστό των Αμερικανών που θεωρούν το κυβερνών κόμμα πιο αριστερό απ’ όσο πρέπει αυξήθηκε από 39%, το 2008, σε 49% το 2010, σύμφωνα με την εταιρεία δημοσκοπήσεων Gallup.
Οι προοπτικές του Δημοκρατικού Kόμματος στις εκλογές του Νοεμβρίου είναι κάθε άλλο παρά θετικές. Σύμφωνα με τον γκουρού των δημοσκοπήσεων Τσάρλι Κουκ, οι Ρεπουμπλικανοί θα ανακτήσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου, αφού προηγούνται σε 60 εκλογικές περιφέρειες, οι οποίες αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε χέρια Δημοκρατικών. Στις ίδιες περιφέρειες, η διείσδυση των Ρεπουμπλικανών στους ανεξάρτητους ψηφοφόρους είναι μεγαλύτερη κατά 18%. Επίσης, το 57% του εκλογικού σώματος σε αυτές συμφωνεί με την πρόταση «ο πρόεδρος Ομπάμα αύξησε τα ελλείμματα με τις οικονομικές του πολιτικές, χωρίς να βγάλει τη χώρα από την ύφεση ή να ανακόψει την άνοδο της ανεργίας». Αντί λοιπόν να ενισχύσουν το κύρος του κράτους, τα γεγονότα του 2009 και του 2010 το μείωσαν περαιτέρω. Ενα παράλογα μικρό ποσοστό των Αμερικανών (6%) πιστεύει ότι το πακέτο των 800 δισεκατομμυρίων δημιούργησε θέσεις εργασίας, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα.
Ορισμένοι ξερόλες της Αριστεράς θεωρούν ότι το πρόβλημα είναι η επιτυχημένη επικοινωνιακή στρατηγική των Ρεπουμπλικανών. Αλλοι υποστηρίζουν ότι η μετατόπιση προς τα δεξιά οφείλεται στην κρίση. Ο δρ Φάουστ, όμως, γνωρίζει την αλήθεια: η πραγματικότητα είναι ότι η μεσαία τάξη που ζει στα προάστια των πόλεων απλούστατα δεν βλέπει τον κόσμο με τα μάτια της Αριστεράς και ποτέ δεν θα τον δει έτσι. Δυστυχώς, ο δρ Φάουστ κατάλαβε αργά πως οι οικονομικές πολιτικές είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις ηθικές αξίες. Οταν, λοιπόν, η Αριστερά υποβαθμίζει την έννοια της προσωπικής ευθύνης, διαρρηγνύοντας τη σύνδεση μεταξύ κόπων και αμοιβών, είναι φυσικό οι ψηφοφόροι να την τιμωρούν. Κατάλαβε, επίσης, ότι έπειτα από μία μακρά περίοδο υπερκατανάλωσης, οι Αμερικανοί αντιλήφθηκαν πως το χρέος που δημιούργησαν τα προηγούμενα χρόνια είναι η μεγαλύτερη απειλή για την ευημερία τους. Μπορεί ο δρ Φάουστ και οι προοδευτικοί φίλοι του να θεωρούν εαυτούς προστάτες των αδυνάτων, αλλά οι ψηφοφόροι τούς βλέπουν ως προστάτες συντεχνιακών συμφερόντων και κομιστές ανέφικτων υποσχέσεων, σε μία εποχή λιτότητας.
Βέβαια, και οι Ρεπουμπλικανοί έχουν τα δικά τους προβλήματα. Υπερεκτιμούν την επιρροή τους στο εκλογικό σώμα, χωρίς ακόμη να έχουν περάσει από το απαραίτητο ενδιάμεσο στάδιο της εκλογικής νίκης. Το μεγάλο δράμα, όμως, το ζει η προοδευτική παράταξη. Αν δεν μπορούν να διασφαλίσουν μία κεντροαριστερή τουλάχιστον πλειοψηφία στην κοινωνία τώρα, πότε θα μπορέσουν;
Ο δρ Φάουστ απελπίστηκε και πάλι. Η ψυχή του είναι καταδικασμένη να ακούει στην αιωνιότητα τις κραυγές των συντηρητικών παραγωγών ραδιοφώνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου